Στο οπλοστάσιό της, η αμέριστη αγάπη της γιαγιάς των παιδικών της χρόνων, η σκιά ενός πατέρα που της έλεγε να γυρίσει τον κόσμο ψάχνοντας την Αυστραλία στο χάρτη , η πανίσχυρη βούλησή της για άνοδο, η φιλοπεριέργεια, εκατόν ογδόντα πόντοι ανάστημα, πράσινο χρώμα στα μάτια και εντυπωσιακή κατατομή: "H ομορφιά βοήθησε. Αλλά περισσότερο βοήθησε το γεγονός ότι άκουγα, ήμουν μιμητική, συναγωνιστική κι όταν θαύμαζα κάποιον έλεγα "γιατί όχι κι εγώ;".
Στα 19 της λύνει τα αόρατα νήματα που τη δένουν στην Ελλάδα, πείθοντας τον Δελλαντώνη να φύγουν για την Τουλούζη αρχικά και για το Γιοχάνεσμπουργκ αργότερα. Στη Γαλλία κάνει γαλλική φιλολογία και "μήνα" του μέλιτος, στη Νότιο Αφρική διασχίζει πασαρέλες και παίρνει διαζύγιο, στη Νέα Υόρκη δοκιμάζει τις δυνάμεις της και βλέπει ότι δεν είναι ακόμη έτοιμη για κει και στην Αθήνα παντρεύεται τον Μιχάλη Ρουφογάλη , αρχηγό της ΚΥΠ επί επταετίας. Oταν τον γνώρισα ήμουν 26 χρόνων, δεν ήμουν πολιτικά τοποθετημένη, αλλά είχα κάνει εριστικές δηλώσεις για τη χούντα όταν ζούσα στην Αφρική και το ενδιαφέρον του με κολάκεψε και με βόλεψε ταυτόχρονα. Η αίγλη που συνοδεύει αυτούς που κατέχουν την εξουσία καλώς ή κακώς λίγους αφήνει αδιάφορους.
Αυτός μου είπε "είμαι πολύ μεγαλύτερός σου και δεν θα γίνεται για πάντα αυτό που βλέπεις γύρω σου". Όμως εγώ, που δεν ήξερα τι ήθελα, ήξερα ότι το μόντελινγκ δεν κρατάει για πάντα, ήξερα ότι ήθελα να με "αναγνωρίσουν" και είχα πάρει τις αποφάσεις μου. Από εκείνον έμαθα να μη χρησιμοποιώ ποτέ την κτητική αντωνυμία "μου", γιατί τα υλικά αγαθά παρέρχονται, έμαθα να πειθαρχώ, να αντέχω και να κρίνω τον αντίπαλο από τη δική του θέση, όχι τη δική μου. Όταν γκρεμίστηκε με τη χούντα και φυλακίστηκε, έμεινα δέκα χρόνια δίπλα του - ίσως δεν ήθελα να πουν ότι στα δύσκολα εγκαταλείπω το καράβι. Ώσπου κάποια στιγμή ξύπνησα και είπα "θέλω να συνεχίσω να ζω"".
Δειπνούσε με τον Σομαλό πρέσβη στο Χίλτον του Λονδίνου στo πλαίσιo της προσπάθειάς της για την απελευθέρωση του Ρουφογάλη- όταν μαγνητίστηκε από τη θέα ενός μελαμψού νεαρού στο διπλανό τραπέζι. Ήταν ο Μιρ Μπούτο. Τον προκάλεσε με το βλέμμα, εκείνος ανταποκρίθηκε κι αυτό ήταν η αρχή μιας θυελλώδους, αλλά ανέλπιδης σχέσης. "Τον ερωτεύτηκα παράφορα", λέει, "κι αυτό με μεταμόρφωσε. Είχε άλλη κουλτούρα, ήταν 8 χρόνια μικρότερός μου, ήθελε να ανατρέψει το δικτατορικό καθεστώς της χώρας του, αλλά μαζί του γνώρισα αμοιβαίο έρωτα και χάρηκα το χιούμορ. "Πώς ήρθε η Ντέλλα στο Αφγανιστάν;", έλεγε. "Ήρθε με κόκκινα νύχια και ρολά για τα μαλλιά, και ρώταγε πού είναι ο Μέγας Αλέξανδρος. Η Ντέλλα νομίζει ότι Μέγας Αλέξανδρος είναι ακόμη κάπου εδώ. Μετά πήγε στην αγορά να ψωνίσει και είδε έναν Αφγανό να "κανονίζει" μια κότα και της φάνηκε πάρα πολύ περίεργο και ρώτησε: έτσι μεταχειρίζονται εδώ τις κότες πριν τις μαγειρέψουν και τις φάνε; Και φρίκιασε η Ντέλλα και έτρεξε στον ταξιδιωτικό της πράκτορα να βγάλει εισιτήριο να φύγει και πήρε τις βαλίτσες της, αλλά στο μεταξύ δεν ξέχασε να ξαναβάψει το νύχι της κόκκινο για το ταξίδι της επιστροφής"".
Στα 19 της λύνει τα αόρατα νήματα που τη δένουν στην Ελλάδα, πείθοντας τον Δελλαντώνη να φύγουν για την Τουλούζη αρχικά και για το Γιοχάνεσμπουργκ αργότερα. Στη Γαλλία κάνει γαλλική φιλολογία και "μήνα" του μέλιτος, στη Νότιο Αφρική διασχίζει πασαρέλες και παίρνει διαζύγιο, στη Νέα Υόρκη δοκιμάζει τις δυνάμεις της και βλέπει ότι δεν είναι ακόμη έτοιμη για κει και στην Αθήνα παντρεύεται τον Μιχάλη Ρουφογάλη , αρχηγό της ΚΥΠ επί επταετίας. Oταν τον γνώρισα ήμουν 26 χρόνων, δεν ήμουν πολιτικά τοποθετημένη, αλλά είχα κάνει εριστικές δηλώσεις για τη χούντα όταν ζούσα στην Αφρική και το ενδιαφέρον του με κολάκεψε και με βόλεψε ταυτόχρονα. Η αίγλη που συνοδεύει αυτούς που κατέχουν την εξουσία καλώς ή κακώς λίγους αφήνει αδιάφορους.
Αυτός μου είπε "είμαι πολύ μεγαλύτερός σου και δεν θα γίνεται για πάντα αυτό που βλέπεις γύρω σου". Όμως εγώ, που δεν ήξερα τι ήθελα, ήξερα ότι το μόντελινγκ δεν κρατάει για πάντα, ήξερα ότι ήθελα να με "αναγνωρίσουν" και είχα πάρει τις αποφάσεις μου. Από εκείνον έμαθα να μη χρησιμοποιώ ποτέ την κτητική αντωνυμία "μου", γιατί τα υλικά αγαθά παρέρχονται, έμαθα να πειθαρχώ, να αντέχω και να κρίνω τον αντίπαλο από τη δική του θέση, όχι τη δική μου. Όταν γκρεμίστηκε με τη χούντα και φυλακίστηκε, έμεινα δέκα χρόνια δίπλα του - ίσως δεν ήθελα να πουν ότι στα δύσκολα εγκαταλείπω το καράβι. Ώσπου κάποια στιγμή ξύπνησα και είπα "θέλω να συνεχίσω να ζω"".
Δειπνούσε με τον Σομαλό πρέσβη στο Χίλτον του Λονδίνου στo πλαίσιo της προσπάθειάς της για την απελευθέρωση του Ρουφογάλη- όταν μαγνητίστηκε από τη θέα ενός μελαμψού νεαρού στο διπλανό τραπέζι. Ήταν ο Μιρ Μπούτο. Τον προκάλεσε με το βλέμμα, εκείνος ανταποκρίθηκε κι αυτό ήταν η αρχή μιας θυελλώδους, αλλά ανέλπιδης σχέσης. "Τον ερωτεύτηκα παράφορα", λέει, "κι αυτό με μεταμόρφωσε. Είχε άλλη κουλτούρα, ήταν 8 χρόνια μικρότερός μου, ήθελε να ανατρέψει το δικτατορικό καθεστώς της χώρας του, αλλά μαζί του γνώρισα αμοιβαίο έρωτα και χάρηκα το χιούμορ. "Πώς ήρθε η Ντέλλα στο Αφγανιστάν;", έλεγε. "Ήρθε με κόκκινα νύχια και ρολά για τα μαλλιά, και ρώταγε πού είναι ο Μέγας Αλέξανδρος. Η Ντέλλα νομίζει ότι Μέγας Αλέξανδρος είναι ακόμη κάπου εδώ. Μετά πήγε στην αγορά να ψωνίσει και είδε έναν Αφγανό να "κανονίζει" μια κότα και της φάνηκε πάρα πολύ περίεργο και ρώτησε: έτσι μεταχειρίζονται εδώ τις κότες πριν τις μαγειρέψουν και τις φάνε; Και φρίκιασε η Ντέλλα και έτρεξε στον ταξιδιωτικό της πράκτορα να βγάλει εισιτήριο να φύγει και πήρε τις βαλίτσες της, αλλά στο μεταξύ δεν ξέχασε να ξαναβάψει το νύχι της κόκκινο για το ταξίδι της επιστροφής"".
No comments:
Post a Comment